top of page

Μαθήτριες καταγράφουν μνήμες πρoγόνων τους από τον ξεριζωμό

Ζέρβα Θεοδώρα

Από πού ξεκίνησαν;

Η οικογένεια της προγιαγιάς μου και του προπάππου μου έμεναν στο Αϊβαλί-Κυδωνίες και εγκατέλειψαν τα μέρη τους το 1922, λόγω της Μικρασιατικής καταστροφής.

Πότε και πού έφτασαν;

Το 1922, λίγες μέρες μετά την καταστροφή, αυτές οι δύο οικογένειες κατέληξαν στην Καβάλα. Οι μπαμπάδες των δύο αυτών οικογενειών θέλησαν να παντρέψουν τα παιδιά τους κι έτσι έγινε. Τα περισσότερα μέλη της οικογένειας εγκαταστάθηκαν και έμειναν στην Καβάλα, όμως  το νεόνυμφο ζευγάρι, λόγω επααγγελματικής ανάγκης, έπρεπε να πάει σε κάποια μεγαλούπολη για ξεκινήσει μια καινούργια ζωή. Ο πατέρας της γιαγιάς μου ήταν μουσικός, έπαιζε βιολοντσέλο και πιάνο, γι΄ αυτό επέλεξε να εγκατασταθεί στη Θεσσαλονίκη (Ολυμπιάδα)

Πώς τους υποδέχτηκαν;

Όταν έφτασαν στη Θεσσαλονίκη, έμεναν σε έναν οικισμό με σπίτια για πρόσφυγες και όλοι τους υποδέχτηκαν με χαρά. Τα σπίτια ήταν άδεια κι εκείνοι δεν είχαν φέρει σχεδόν τίποτα μαζί τους παραμόνο το βιολοντσέλο και λίγο φαγητό. Τους πρώτους μήνες κοιμόντουσαν πάνω σε μια σπασμένη πόρτα σκεπασμένη με υφάσματα και έπειτα, με τα λεφτά που μάζεψαν, αγόρασαν όλα τα απαραίτητα. Οι γείτονες τους έδιναν λίγο φαγητό για τα παιδιά στις αρχές και έκαναν φιλικές σχέσεις με τους γονείς.

Πώς ρίζωσαν; Τι επαγγέλματα έκαναν;

Ο πατέρας της γιαγιάς μου ήταν μουσικός και έπαιζε βιολοντσέλο οπότε δούλευε σε νυχτερινά κέντρα το βράδυ. Έπειτα ακολούθησε και το ραδιόφωνο και κατέληξε να δουλεύει νύχτα-μέρα για να συντηρήσει την οικογένειά του. Οι γυναίκες εκείνη την εποχή δε συνήθιζαν ακόμη να δουλεύουν, οπότε η μητέρα της γιαγιάς μου αασχολούνταν με το νοικυριό και τα παιδιά. Πήρε αρκετό χρονικό διάστημα για να εγκατασταθούν και να ζήσουν όπως μια μέση οικογένεια της εποχής.

Έφεραν μαζί τους ήθη και έθιμα;

Όταν έφυγαν από τη Σμύρνη οι γονείς της γιαγιάς μου ήταν παιδιά, οπότε δεν είχαν φέρει αντικείμενα μαζί τους, όμως ο μπαμπάς της κουβάλησε το βιολοντσέλο στο καράβι κρυφά από τους γονείς του γιατί το αγαπούσε πάρα πολύ και ήθελε να το έχει μαζί του παντού. Όλα τα γλέντια και οι γιορτές της οικογένειάς μου περιλάμβαναν πολλά τραγούδια από τη Σμύρνη και υπάρχουν και κάποιε παρτιτούρες στο σπίτι στη Θεσσαλονίκη. Τέλος, γενιά προς γενιά οι συνταγές από παραδοσιακά φαγητά βρίσκονται πάντα στα τραπέζια μας με ξεχωριστές παραλλαγές.

 

 

 (απομαγνητοφώνηση)

Κεχαγιάογλου Φωτεινή

 

Από πού ξεκίνησαν;

Από την Προύσα.

Πότε και πού έφτασαν;

Κατ΄ αρχήν ο παππούς μου ήρθε στον Πειραιά. Ο αδελφός της γιαγιάς μου μαζί της πήγαν στη Μακεδονία και μετά ειδοποίησαν και τον παππού να ανέβει κι αυτός εκεί.

Πώς τους αντιμετώπισαν;

Τα πρώτα χρόνια ήταν πολύ δύσκολα. Οι ντόπιοι δεν τους έβλεπαν με καλό μάτι. Έλεγαν πως ήρθαν να μας πάρουν τα χωράφια και τις δουλειές. Σιγά σιγά προσαρμόστηκαν και έγιναν πιο ήπια τα πράγματα.

Πώς ρίζωσαν; Τι επαγγέλματα έκαναν;

Γενικά ασχολούνταν με τη γεωργία. Το πρώτο πράγμα που έκανε ο παππούς ήταν να μεταφέρει με καραβάκια (γιατί αυτά ήταν τα μέσα της εποχής) στα απέναντι χωριά, Ασπροχώρια και Αίγινα, ψωμί. Σαν εμπόριο ψωμιού. Μετά που ανέβηκε κι αυτός στη Μακεδονία ασχολήθηκε με τη γεωργία.

Τι έφεραν μαζί τους;

Τα πολυτιμότερα αντικείμενά τους κι αυτά που μπόρεσαν να μεταφέρουν τα πήραν μαζί τους. Τότε δεν είχαν βαλίτσες και τα έβαλαν όλα σε ένα σεντόνι και τα έδεσαν (μπότσας). Επίσης έφεραν μαζί και τα φαγητά που τρώγαν.

Μία διήγηση:

«Η γιαγιά κρατούσε από το ένα χέρι το παιδί της (6 -7 χρονών) και από το άλλο χέρι είχε τυλίξει σε ένα σεντόνι (μποτσί) όλα τα χρυσαφικά της και τα πολύτιμα αντικείμενα -γιατί ήταν πλούσια οικογένεια. Και της είπαν να διαλέξει ποιο από τα δύο θα κρατήσει και με αυτόν τον τρόπο έχασε όλα της τα πλούτη και όλον τον κόπο που είχε κάνει για να τα μαζέψει...»

Μία διήγηση:

 

 

 

 

bottom of page